Ένα από τα πλέον γνωστά και περισσότερο χρησιμοποιούμενα φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά των παραμεσογείων περιοχών είναι και ο Ελελίσφακος ο φαρμακευτικός (Salvia Officinalis).
Είναι γνωστός με τα ονόματα: αλισφακιά, σφακομηλιά, φασκομηλιά κ.λπ.
Είναι θάμνος πολυετής, αειθαλής, ο οποίος αγαπά τα πετρώδη, ξηρά και άγονα εδάφη.
Για να μην χάνεις καμία ανάρτηση, ακολούθησε μας στο GOOGLE NEWS!
Διακρίνεται σε πλατύφυλλο και στενόφυλλο ή ούλη (σγουρή) σφακομηλιά.
Η σγουρή θεωρείται ανωτέρας ποιότητας, επειδή έχει εντονότερο και πλέον ευχάριστο άρωμα.
ʼλλα είδη αυτοφυή στην Ελλάδα είναι τα ακόλουθα:
- Σαλβία η τρίλοβος (Salvia triloba)
- Σαλβία η μηλοφόρος (Salvia pomifera)
- Σαβία η καλυκώδης (Salvia calycina)
Είναι αξιοσημείωτο, ότι σε ολόκληρη τη Νίσυρο δεν απαντά αυτοφυής αλισφακιά. Πιθανώς τούτο οφείλεται στη σύσταση του εδάφους (ηφαιστειογενές). Η αλισφακιά είναι γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων και το αφέψημά της εχρησιμοποιείτο ως μαλακτικό, αποχρεμπτικό, αντιμικροβιακό κ.λπ.
Στις πινακίδες του ανακτόρου της Κνωσού της Κρήτης (γραμμική γραφή )
Β) αναφέρεται ως "σφάκον", καθώς και το "σφακόεν έλαιον", το γνωστό αλισφακόλαδο, το οποίο παρασκευάζεται και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα ευρέως στην Κρήτη.
Ο μαθητής του Αριστοτέλους του Σταγειρίτου Θεόφραστος ο Λέσβιος ή ο Ερέσιος διακρίνει δύο είδη αλισφακιάς, ήτοι: α) τον σφάκον και β) τον "ελελίσφακον":
"Σφάκος δε και ελελίσφακος διαφέρουσιν ωσάν το μεν ήμερον, το δε άγριον. Λειότερον γαρ το φύλλον του σφάκου και έλαττον και αιχμηρότερον, το δε του ελελίσφακου τραχύτερον".
(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας, 6,2,5).
Ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος Αναζαρβεύς αναφέρει σχετικά με την αλισφακιά τα εξής:
"Eλελίσφακον. Οι δε λελίσφακον, οι δε σφάκον... Ρωμαίοι σάλβια, οι δε κόρσαλον. Ούρα άγει πινόμενον και έμμηνα και έμβρυα κατασπάν και τρυγόνος πληγαίας αρήγειν, μελαίνει δε και τρίχας και τραυματική και ίσχαιμος και αυτοκαθαρτική των θηριωδών ελκών έστι. Παύει δε συν οίνω το αφέψημα των φύλλων και των κλάδων αυτής προσκλυζόμενον κνησμούς τους περί τα αιδοία".
(Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής ΙΙΙ, 33).
Ο αυτός συγγραφέας μνημονεύει τον "ελελισφακίτην οίνον" και τις χρήσεις αυτού:
"Ελελισφακίτης (οίνος) ομοίως. Ελελισφάκου ο εις γλεύκους αμφορέα, ο έστι κεράμιον, κάθες. Ποιεί δε προς νεφρών πόνους και κύστεως και πλευρών, αίματος αναγωγάς, βηχί, ρήγμασι, σπέρμασι, θλάσμασιν, εμμήνοις εστεγνωμένοις".
(Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής, V, 61).
H αλισφακιά αντιδρά σε τσιμπήματα εντόμων και δημιουργούνται μικρά σφαιρικά ογκίδια, τα οποία πολλοί θεωρούν καρπούς του φυτού και ονομάζονται φασκόμηλα. Όταν είναι μικρά και τρυφερά τρώγονται. Όταν μεγαλώσουν, εντός αυτών αναπτύσσονται μικροί σκώληκες, χρώματος λευκού, που αργότερα μεταμορφώνονται σε μικρά έντομα, διατρυπούν το φασκόμηλο και εξέρχονται στην ατμόσφαιρα.
Η αλισφακιά χρησιμοποιείται κυρίως στη φαρμακευτική ως αφέψημα, αλλά και στη μαγειρική και την αρωματοποιεία. Ως αφέψημα παρασκευάζεται ως εξής: αφού κοχλάσει το νερό, ρίπτονται μέσα 2-3 κλαδιά ξερής αλισφακιάς για ελάχιστο χρόνο, ώστε τα αιθέρια έλαια να απελευθερωθούν και να διαλυθούν στο νερό. Επειδή το αφέψημα είναι λίγο πικρό, χρησιμοποιείται ανά φλυτζάνι μια κουταλιά του γλυκού μέλι ή ζάχαρη.
Ως προς την συλλογή της αλισφακιάς καταλληλότερη εποχή θεωρείται το θέρος ή αρχές του φθινοπώρου, προτού βρέξει, επειδή τότε το φυτό έχει λιγότερους πικρούς χυμούς, περισσότερα αιθέρια έλαια και εντονότερο άρωμα. Ξηραίνεται σε σκιερό και καλώς αεριζόμενο μέρος για να μην μουχλιάσει και να μην αλλοιωθεί και φυλάσσεται σε κατάλληλο μέρος.
Από την αλισφακιά εξάγεται με απόσταξη το αλισφακέλαιον ή φασκομηλόλαδο, αιθέριο έλαιο, χρησιμοποιούμενον στην οικιακή ιατρική ως παυσίπονο, ιδιαίτερα στον πονόδοντο (οδονταλγίες), στους πόνους της κοιλιακής χώρας (στομάχου, εντέρων) κ.λπ.
Επίσης χρησιμοποιείται για εντριβές, συνήθως αναμεμειγμένο με ρακή. Σύμφωνα με τη λαϊκή ιατρική, με το αφέψημα της αλισφακιάς και ξύδι θεραπεύεται η ουλίτιδα (γαλουφάς).
Το αφέψημα της αλισφακιάς θεωρείται τονωτικό, αποχρεμπτικό, αντιδιαρροϊκό, ανθιδρωτικό, μαλακτικό. Επίσης πιστεύεται ότι καταπολεμεί την πιτυρίδα (ποικιλόχρους πιτυρίασις) και άλλων δερματικών νοσημάτων. Ακόμη χρησιμοποιείται μαζί με στίψη για γαργάρες στο λαιμόπονο.
Η αλισφακιά θεωρείται αιμοστατική και χρησιμοποιείται συνήθως κατά την εξαγωγή των οδόντων. Παλαιότερα συνηθίζετο να καπνίζουμε πίππα φύλλα αλισφακιάς προς στερέωση κινουμένων οδόντων.
Σύμφωνα με νεώτερες έρευνες το αιθέριο έλαιο, το οποίο παράγεται από την αλισφακιά, περιέχει κυρίως οργανικές ενώσεις: θυιόνη, κινεόλη και καμφορά και έχει αντιβακτηριοστατικές ιδιότητες (Π. Γεωργούδης, φυτά σε ρόλο εντομοκτόνων, εν εφημερ. "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" αρ. φ. 1299/22-12-2002, σ. 60).
Ο λαός μας γνωρίζει από εμπειρία τις πολλαπλές ιδιότητες της αλισφακιάς και την χρησιμοποιεί από παλαιά για τη συντήρηση καρπών και τροφίμων. Τα αιθέρια έλαια και το έντονο, χαρακτηριστικό άρωμα των φύλλων και των βλαστών της αλισφακιάς, δρουν αποτρεπτικά για βλαβερά έντομα και παράσιτα και συγχρόνως διάκεινται φιλικά προς το φυσικό περιβάλλον
Περιέχει πτητικό έλαιο, βιταμίνη Ε, τανσινόνες.
Τονωτικό της καρδιάς, το βότανο βοηθάει μετά από
καρδιακή προσβολή και στηρίζει την καλή λειτουργία της καρδιάς.
Είναι καλό γιατρικό για την κυκλοφορία του αίματος, διαστέλλονταν τις αρτηρίες. Έχει ηρεμιστική δράση επιδρώντας ευεργετικά στις ταχυπαλμίες και τον εκνευρισμό.
*Οι πληροφορίες που περιέχονται στην σελίδα ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την γνωμάτευση του ιατρού σας. Αν αποφασίσετε να ακολουθήσετε κάποια θεραπεία ή διατροφή ρωτήστε τον προσωπικό ιατρό σας.
Ακολουθήστε μας και στο Facebook
Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε μας και στο Instagram
Social Plugin